ομοιοταχής

ομοιοταχής
ὁμοιοταχής, -ές (Α)
αυτός που κινείται με την ίδια ταχύτητα σε σχέση με έναν άλλο, ισοταχής.
επίρρ...
ὁμοιοταχῶς (Α)
με την ίδια ταχύτητα, ισοταχώς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ομοι(ο)-* + -ταχής (< τάχος)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ὁμοιοταχεῖς — ὁμοιοταχής moving with equal velocity masc/fem acc pl ὁμοιοταχής moving with equal velocity masc/fem nom/voc pl (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὁμοιοταχῶς — ὁμοιοταχής moving with equal velocity adverbial (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ομοι(ο)- — [ΑΜ ὁμοι(ο) ] α συνθετικό πολλών λέξεων που ανάγεται στο επίθ. ὅμοιος και δηλώνει ότι το β συνθετικό είναι όμοιο με κάτι άλλο ή γίνεται ή βρίσκεται ή τίθεται με τρόπο όμοιο με κάτι άλλο. ΣΥΝΘ. ομοιοβαρής, ομοιογενής, ομοιόγραφος, ομοιογράφος,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”